Μια φορά ήταν ένας άνθρωπος που κάθε μέρα κοιμόταν και λίγο περισσότερο.
Ένας απόλυτα φυσιολογικός άνθρωπος, που όμως κάθε μέρα κοιμόταν πέντε δευτερόλεπτα περισσότερο. Στην ηλικία των είκοσι του χρόνων κοιμόταν οκτώ ώρες κάθε μέρα. Άρα είχε άλλες δεκαέξι για να εργαστεί, να φάει, να διασκεδάσει και να δει τους φίλους του. Όταν κοιμόταν έβλεπε πάντα το ίδιο ημιτελές όνειρο, μόνο που επειδή ο ύπνος του ήταν κατά πέντε δευτερόλεπτα διαρκέστερος, κάθε μέρα έβλεπε πέντε λεπτά περισσότερο.
Δεν ήξερε πως τελειώνει το όνειρο του. Κι επειδή σ’όλη του τη ζωή έβλεπε πάντοτε το ίδιο όνειρο, αν και κάθε φορά λίγο περισσότερο, τίποτε άλλο απ’όσα άλλα έκανε δεν τον ενδιέφερε τόσο πολύ, όσο το να δει το όνειρο του μέχρι το τέλος.
Δεν ήξερε πως τελειώνει το όνειρο του. Κι επειδή σ’όλη του τη ζωή έβλεπε πάντοτε το ίδιο όνειρο, αν και κάθε φορά λίγο περισσότερο, τίποτε άλλο απ’όσα άλλα έκανε δεν τον ενδιέφερε τόσο πολύ, όσο το να δει το όνειρο του μέχρι το τέλος.
Υπολόγισε πόσες μέρες χρειάζονται ακόμη για να φτάσει να κοιμηθεί είκοσι
τέσσερις ώρες, γιατί νόμιζε ότι τόσο κρατούσε ολόκληρο το όνειρο του.
Ε, λοιπόν, υπολείπονταν μόνο 11.520 μέρες, δηλαδή τριανταένα και μισό
περίπου χρόνια. Σ’ένα μεγάλο ημερολόγιο έσβηνε τις μέρες όπως κάνουν και
οι φυλακισμένοι περιμένοντας την απελευθέρωση τους.
Όταν έγινε τριάντα χρονών κοιμόταν δεκατρείς ώρες και οι υπόλοιπες έντεκα δεν του έφταναν για τις καθημερινές του ασχολίες, όποτε βρήκε εργασία με μειωμένο ωράριο και φυσικά τη διασκέδαση του και διέκοψε σχέση με μερικούς από τους φίλους του.
Όταν έγινε σαράντα χρονών κοιμόταν δεκαοκτώ ώρες, έτσι ώστε δεν είχε χρόνο παρά μόνο για μειωμένη εργασία.
Όταν έγινε πενήντα χρονών κοιμόταν εικοστρείς ώρες, έτσι ώστε μόλις που προλάβαινε να φάει κάτι έτοιμο και να ξανακοιμηθεί αλλά αυτό δεν τον ενοχλούσε καθόλου γιατί πλησίαζε η ώρα που θα εκπληρωνόταν το μοναδικό του όνειρο:
Να δει ολόκληρο το όνειρο του.
Την τελευταία ημέρα άνοιξε τα βλέφαρα του μόνο για πέντε δευτερόλεπτα και
τα ξανάκλεισε ευτυχισμένος. Το όνειρο του ξεδιπλώθηκε γι’ ακόμη μια φορά
και προχωρούσε με εικόνες γνώριμες προς τα τελευταία πέντε δευτερόλεπτα που θα τα έβλεπε για πρώτη φορά.
………………………………………………………………………………………..
Την τελευταία ημέρα άνοιξε τα βλέφαρα του μόνο για πέντε δευτερόλεπτα και τα ξανακλείσε ευτυχισμένος.
Νίκος Γιαννόπουλος
Αθήνα 28/1/2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου