Επιστημονική Φαντασία:
Το «ό,τι καλύτερο» και «ό,τι χειρότερο» στη σύγχρονη Λογοτεχνία. Ένα προφητικό κείμενο
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ: «BIG SCIENCE» (Στάθης Τσαγκαρουσιάνος, Ελευθεροτυπία, 29 Μαϊου 1988)
«Είτε μιλάμε για “Όπερα του Διαστήματος” (στην οποία κυριαρχούν αόριστοι και ασφαλείς ψευδοεπιστημονικοί όροι), είτε για “Hard Science” (στην οποία τα επιστημονικό έρεισμα είναι πιο πειστικό και αληθοφανές), είτε τέλος για “Ηρωϊκή Φαντασία” (στην οποία το ιπποτικό μυθιστόρημα και το ουέστερν απλώς αποκτούν διαστημικό περιτύλιγμα) - η Επιστημονική Φαντασία στηρίζεται πρώτα απ’ όλα στις ασύλληπτες δυνατότητες της τεχνολογίας. Το ενδιαφέρον, ωστόσο, γεννιέται από τη στιγμή που το είδος δεν εξαντλείται στις θεαματικές “εφαρμογές” της τεχνολογίας, αλλά δίχως να χάνει τον άνθρωπο από τα μάτια του, ερευνά τη μελλοντική του περιπέτεια στα νέα τεχνολογικά περιβάλλοντα. Ο Βλάσης Ρασσιάς έχει γράψει πάνω στο θέμα αυτό, ένα ενδιαφέρον άρθρο, με τίτλο: “Επιστημονική Φαντασία: Το ό,τι καλύτερο και ό,τι χειρότερο στη σύγχρονη Λογοτεχνία” (περιοδικό ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΤV και ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ). Μιλάει για τη φθηνή και επιστημονική φαντασία που “επεκτείνει την παρούσα ηλιθιότητα στο υποτιθέμενο απώτερο μέλλον, ντύνοντάς την απλώς με κουστούμια διαστημικά ή μετακαταστροφικά”. Κι εκφράζει καίρια το δύσκολο ρόλο που καλείται να παίξει σήμερα η προοδευτική επιστημονική φαντασία “εξοικειώνοντας το κοινό με το συνεχώς μετατρεπόμενο τεχνολογικό περιβάλλον… ασκώντας κριτική του παλιού κόσμου και δημιουργώντας έστω κι εξεζητημένες αναλλακτικές προτάσεις … των οποίων το επίκεντρο είναι - και πρέπει πάντα να είναι ο άνθρωπος”.»
Επιστημονική Φαντασία:
Το «ό,τι καλύτερο» και «ό,τι χειρότερο» στη σύγχρονη Λογοτεχνία.
Η «Science Finction», ή επί το ελληνικότερον «Επιστημονική Φαντασία»” αποτελεί μία περίεργη δισυπόστατη οντότητα μέσα στο χώρο της λογοτεχνικής σκηνής του αιώνα. Η μία της υπόσταση δεν είναι άλλη από τη Φαντασία με την έννοια της σύλληψης και έκφρασης ιδεών και υποθετικών γεγονότων που αναμφίβολα κινούνται μέσα στο χώρο του μη-πραγματικού («φανταστικού»). Η δεύτερη υπόστασή της, είναι η «επιστημονική» της φύση, που δεν είναι παρά μία επιστημονική θα λέγαμε επεξήγηση ή δικαιολόγηση, των όσων το μυαλό του συγγραφέα συλλαμβάνει και απλώνει πάνω στο χαρτί. Από την μία λοιπόν, μέσα στα διηγήματα της Επιστημονικής Φαντασίας βλέπουμε να συμβαίνουν γεγονότα και ιστορίες, που με κανέναν τρόπο δεν μπορούν να γίνουν κατανοητά ή αποδεκτά από τον τρέχοντα ρασιοναλισμό, που οπωσδήποτε μαρκάρει ανεξίτηλα τις οικείες μας – «δυτικού τύπου» (όπως τις αποκαλούνε αυθαίρετα) - κοινωνίες μας. Από την άλλη μεριά πάλι, αυτά τα αδιανόητα, παράξενα γεγονότα έρχονται να εξηγηθούνε «επαρκώς» με έναν επιστημονικοφανή τρόπο και να περάσουν ως απόλυτα φυσιολογικά, από τη στιγμή που θα κάνουμε πιστευτή ή αποδεκτή μία υποθετική εξέλιξη στις κατακτήσες της Επιστήμης (που, συνήθως, απέχει πολύ από τα ισχύοντα στις ημέρες μας πράγματα). Συνεπώς, η Επιστημονική Φαντασία γεννιέται και ζει πάνω στην άγραφη συμφωνία ανάμεσα στο συγγραφέα και στο κοινό του για την αποδοχή αυτής ακριβώς της επιστημονικοφανούς εξέλιξης των περιγραφομένων κοινωνιών, ώστε το μυθιστόρημα να μπορέσει από εκεί και ύστερα να εξελιχθεί άνετα κι αποτελεσματικά.
Αν θέλουμε ν’ αναζητήσουμε την προϊστορία του φαινομένου, θα βρούμε εύκολα στοιχεία Επιστημονικής Φαντασίας διάσπαρτα στις κουλτούρες μίας σειράς από λαούς της προχριστιανικής περιόδου, δηλαδή σε Έλληνες, Κινέζους, Ασσύριους κ.ά. ανάμεικτα βέβαια πάντοτε με θρησκευτικο-εθνικούς θρύλους. Μετά τη μεγάλη αστρολογική «ανακάλυψη» (κάτι που όμως είχε ήδη διατυπωθεί από τους Έλληνες της Αρχαιότητας) των Αναγεννησιακών της Ευρώπης για τον ηλιοκεντρισμό του πλανητικού μας συστήματος τα μυαλά μίας σειράς πρωτοπόρων απογειώθηκαν κανονικά, βάζοντας τα πρώτα θεμέλια του προδρόμου «εκείνου» που σήμερα γνωρίζουμε. Η ολοκλήρωση ήρθε μετά από το μπουμ του Ουτοπισμού και τη Βιομηχανική Επανάσταση που εγκαινίασε τους καιρούς που γέννησαν με τη σειρά τους τον ζοφερό εικοστό αιώνα. Εκείνο που περνούσε φευγαλέα στην προχριστιανική λογοτεχνία με εκπληκτικά για την εποχή διηγήματα (όπως λ.χ. ο «Ικαρομένιππος» του Λουκιανού, όπου ο πρωταγωνιστής ξεκινάει ταξίδι προς την σελήνη!!), στη διάρκεια του μεσοπολέμου εκρήγνυται, δημιουργώντας πια ένα λογοτεχνικό «συμβάν».
Η Επιστημονική Φαντασία, ακολούθησε μία σταδιοδρομία ανάλογη με εκείνη των πολύ γνωστών σχεδιοϊστοριών (γνωστότερων ως comics). Γεννήθηκαν σα μαζικό φαινόμενο από την αστική ανία των δυτικών κοινωνιών, από τη γόνιμη μήτρα που σχημάτιζαν μία σειρά από προικισμένα μυαλά ενός μειοψηφικού ποσοστού γόνων της αστικής τάξης. Αποτέλεσμα αυτού του συγκεκριμένου είδους πατρότητας, υπήρξε το άγριο καπέλωμα της Επιστημονικής Φαντασίας από την κυρίαρχη ιδεολογία, προωθώντας τα αστικοχριστιανικά κλισέ τού «καλού» και του «κακού» ήρωα, την ηθική, πολιτική και κοινωνική δικαίωση των κατεστημένων δομών και όλα τα σχετικά, με αποτέλεσμα να ξεπέσει σύντομα (τουλάχιστον ένα σεβαστό αριθμητικά κομμάτι της) στην υποκουλτούρα και την παραφιλολογία. Η «λογοτεχνία» που το φτηνιάρικο αστικό μοντέλο Επιστημονικής Φανστασίας γέννησε, αποτελείτο από κακοδοσμένες περιπέτειες διαστήματος, συναντήσεις με απίθανα τέρατα και φυσικούς κινδύνους, μάχες με εξωγήϊνους και τα σχετικά. Όλη η μπούρδα της πρακτορικοαστυνομικής παραφιλολογίας, εδώ απλώς με διαστημικό περιτύλιγμα.
Η περίοδος μετά τον τελευταίο πόλεμο πάντως, δημιούργησε εντυπωσιακές αναστατώσεις σε τομείς όπως Φανταστική Λογοτεχνία, Κόμικς, Κουλτούρα νεολαίας κ.λ.π. Στον χώρο των Κόμικς και της Επιστημονικής Φαντασίας, κάνουνε την εμφάνισή τους ριζοσπάστες δημιουργοί και συγγραφείς που καταφέρνουνε να μεταφέρουνε αποτελεσματικά στο χώρο δουλειάς τους τις αντιφάσεις του συστήματος, την αντιδραστικότητα των κυρίαρχων δομών και το όραμα ενός ονειρεμένου κόσμου απαλλαγμένου από τα κοινωνικοπολιτικά νοσήματα του παρόντος. Το σύστημα χάνει μία ακόμα μάχη στον πόλεμο για την μονοπώληση του δυναμικών των Mass Media.
Η προοδευτική τάση μέσα στην Επιστημονικά Φαντασία, χάρισε στην ανθρωπότητα μία σειρά από αριστουργήματα: «Εμείς» (Ζαμιάτιν), «Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος» (Άλντους Χάξλεϋ), «1984» (Τζώρτζ Όργουελ), «Γυναίκες στην Άκρη του Χρόνου» (Μαρτζ Πήρσυ), «Ο Πλανήτης των Αμαζόνων» (Μαρκ Ρέϋνολντς), «Σοκγουέηβ Ράϊντερ» (Τζων Μπρούνερ), «Το Νεφέλωμα της Ανδρομέδας» (Ιβάν Εφραίμοφ), «Οι Πράκτορες του Χάους» (Σπίραντα), κ.α.
Στη νέα αυτή φάση της Επιστημονικής Φαντασίας, που ενισχύθηκε υπερβολικά (όπως και έγινε επίσης με τα Κόμικς), ύστερα από το άλμα της ριζοσπαστικής φαντασίας στη δεκαετία του ‘60, ερχόμαστε τώρα αντιμέτωποι με γραφόμενα που απέχουν έτη κι έτη φωτός μακριά από εκείνα τα «θεαματικά», κακοσουλουπωμένα «λογοτεχνήματα» που βλαστήσανε στις πρώτες δεκαετίες του αιώνα. Στο γνωστό «The Dispossessed» η Ούρσουλα Λε Γκουίν γράφει πράγματα όπως αυτά που ακολουθούν: «Κοίταξε, δεν ήτανε ο Όντο που είχε πει ότι όπου υπάρχει ιδιοκτησία, υπάρχει και κλοπή;… Και ότι αν θες να φτιάξεις εγκληματικότητα, δεν έχεις παρά να δημιουργήσεις απαγορεύσεις…» «Κανείς μας δεν έχει στην ιδιοκτησία του κάτι που να μπορεί να του κλαπεί. Ό,τι θέλουμε το παίρνουμε από τις κοινές αποθήκες. Όσο για τη βία… τι να σού πω. Θα με σκότωνες ποτέ σου; Και αν τέλος πάντων ήθελες να με σκοτώσεις, θα σε σταμάταγε άραγε ένας κάποιος τάδε νόμος; Ο εξαναγκασμός αποτελεί το λιγότερο αποτελεσματικό μέσο εξασφάλισης αυτού που λέμε τάξη…».
Η προοδευτική Επιστημονική Φαντασία στη δεκαετία του 80 αλλά και σε εκείνη τη «Χιλιετηριδική» που θα ακολουθήσει (σημ. το κείμενο έχει γραφεί το 1988), καλείται να παίξει έναν πολύ δύσκολο ρόλο έκφρασης με έναν αξιόλογο τρόπο των φουτουριστικών φαντασιώσεων της ανθρωπότητας, δίχως όμως να γλιστρήσει πάνω στη βλέννα του ολισθηρού σοκακιού που η σκέψη του τεχνοολοκληρωτισμού χαράζει. Διανύουμε εποχές που κάθε εκφραστικό μέσο του καθημερινού ανθρώπου είναι ο,τιδήποτε άλλο εκτός από αυτό που θα λέγαμε «ουδέτερο» Ζούμε στις εποχές του μαύρου / άσπρου. Της μίας ή της άλλης όχθης. Η Επιστημονική Φαντασία οφείλει να εξοικειώνει ολοένα και περισσότερο το κοινό της με το συνεχώς μετατρεπόμενο προς περισσότερο πολύπλοκες μορφές, τεχνολογικό περιβάλλον, αντίθετα από την αντίστοιχη υποκουλτούρα, που αποσκοπεί στην εγκαθίδρυση κάποιων νέων μορφών αγκυλωμένου συλλογικού υποσυνείδητου στημένες πάνω στο Θέαμα, τον τρόμο και τους κάθε είδους διαχωρισμούς. Οφείλει να ασκεί κοινωνική κριτική του παλιού κόσμου και να δημιουργεί εναλλακτικές προτάσεις ενός, έστω και εξεζητημένου ως σύλληψη, ξεπεράσματος των υπαρχουσών σχέσεων και δομών. Οφείλει να μένει πάντοτε κεντραρισμένη πάνω στον άνθρωπο, την επικοινωνία, τις ανθρώπινες αξίες και τις (πανανθρώπινες) ψυχολογικές καταστάσεις, προσπαθώντας να χαρτογραφήσει τις νέες πορείες της ανθρωπότητας μέσα σε θετικά ή αρνητικά «μελλοντικά» περιβάλλοντα, δημιουργώντας έτσι ολοκληρωμένες αναλύσεις ανθρωπίνων χαρακτήρων και κοινωνικώς σχέσεων αντί να εμπορεύεται τσουβαληδόν «εντυπωσιασμούς» από κακοθεαματικά ντεκόρ και υπερφυσικές αναγωγές. Οφείλει να δρα ως ειδοποιός λόγος, προβλέποντας και προειδοποιώντας, πάντοτε σύμφωνα με τα παρόντα δεδομένα και μετά από σοβαρότητα και υπεύθυνη ανάλυση. Ένας συγγραφέας της σειράς δεν μπορεί παρά να μεταφέρει απλώς στο μέλλον τις ήδη υπάρχουσες σχέσεις και τάσεις μέσα στις «δυτικές» κοινωνίες, κάνοντας τελικά τίποτα περισσότερο από το να επεκτείνει την παρούσα ηλιθιότητα και αντιφατικότητα των κοινωνιών «μας» στο υποτιθέμενο απώτερο μέλλον, ντύνοντάς τες απλώς με κοστούμια διαστημικά ή μετά-καταστροφικά. Οι κοινωνίες μεταφέρονται αυτούσιες σ’ ένα εξελιγμένο υπέρ το δέον περιβάλλον για να κυλήσει η ιστορία και να βγει το βιβλίο και να τυπωθεί το βιβλίο και να διαφημισθεί το βιβλίο και να καταναλωθεί το βιβλίο και πάει και τελείωσε. Αυτό ήταν όλο; η κοινωνία ποτέ δεν αλλάζει. Η τεχνολογία όμως ποτέ δεν μένει στατική. Το «Απόλυτο Όνειρο του Τέλειου Αστού», εδώ χώνεται ανάμεσα στα εξώφυλλα ενός βιβλίου μεγάλου τιράζ και πουλιέται στους καταναλωτές του σαν λογοτεχνική ιδέα.
Βρισκόμαστε στο έμπα της “Χιλιετηριδικής” δεκαετίας του 90 και η ανθρώπινη Φαντασία ήδη προ πολλού έχει αρχίσει να οργιάζει και περισσότερο από όσο συνήθιζε μέχρι σήμερα. Ένα πολύ ενδιαφέρον κομμάτι της αποτελεί και εκείνο που έχει ήδη οριστεί ως Επιστημονική Φαντασία και που στα πολύ γρήγορα «περάσαμε» σε τούτο εδώ το κείμενο. Την Επιστημονική Φαντασία που αναντίρρητα αποτελεί το «Ό,τι καλύτερο» και «Ό,τι χειρότερο» της σύγχρονης λογοτεχνίας και ελπίζω να συμφωνήσετε μαζί μου πάνω στο «γιατί». Αποτελώντας κομμάτι του μεγάλου λογοτεχνικού κόσμου, η Επιστημονική Φαντασία δεν μπορεί να ξεφύγει από την ενιαία στρατηγική, που η υπόθεση Λογοτεχνία οφείλει ν’ ακολουθήσει σε καιρούς που απλώς εκκολάπτουν μέλλουσες ανακατατάξεις και πολιτισμικές αναστατώσεις. Σε καιρούς σαν και αυτούς της δεκαετίας που έρχεται. Και αυτή η στρατηγική θα είναι ξεκάθαρη και σταράτη: απελευθέρωση ή έλεγχος, άγνοια ή συνειδητότητα, αλλαγή ή νορμαλισμός, και πάει λέγοντας.
Η Νέα Φαντασία θα είναι Σαρωτική σπρώχνοντας τις καταστάσεις στα όρια της θραύσης ή ακόμα μακρύτερα. Θα είναι Δίχως Όνομα, αρνούμενη να κλεισθεί στις ασφυκτικές ετικέτες. Θ’ αποτελεί την Επώαση. Θ’ αποτελεί το Λυκαυγές…
Βλάσης Γ. Ρασσιάς
Αθήνα 1988
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου