Ήτανε σίγουρος ο χρόνος του πως τελείωσε.
Στο δικαστήριο είπε σ΄ όλους γεια.
Ήπιε το κώνειο κι απεβίωσε.
Πέρασε απ΄την άλλη τη μεριά.
Μες το μυαλό του χρόνια στριφογύριζε,
αλλά δε μίλαγε γι΄ αυτό.
Η περιέργεια τον έτρωγε, τον πίεζε,
να μάθει τι υπήρχε στο Κενό.
‘’Αυτά τα πράγματα ειν΄ αδιανόητα
Πέθανε, λέγαν, άσκοπα κι ανόητα.’’
Η επικήδεια τελετή ήταν σεμνή.
Τον θάψαν γρήγορα και πρόχειρα.
Μα οι παριστάμενοι διαβάσαν σκεπτικοί,
στην επιτύμβια πλάκα,
την απάντηση του αυτόχειρα.
‘’Πέθανα, έγραφε, απο περιέργεια.
Ήμουν υλη κι έγινα ενέργεια.
Μ΄ έκανε άτρωτο ο θάνατος.
Στην αγκαλιά του έγινα Αθάνατος.’’
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου