Γνωρίστηκαν τυχαία … αναπάντεχα. Ένα κλικ στο facebook. μια μέρα που διέθεταν πιθανόν λίγο περισσότερο ελεύθερο χρόνο - κανείς πότε δεν ομολόγησε στον άλλον γιατί. Έτσι, έγιναν φίλοι……..
Ο ένας εύρισκε ενδιαφέροντα τα σχόλια του άλλου κι απ’ αυτό άντλησαν το θάρρος να προχωρήσουν ένα βήμα παραπάνω. Μ΄ένα δεύτερο κλικ βρέθηκαν να συνομιλούν κάποιο βράδυ σ΄ένα μπαράκι στα Εξάρχεια παρ΄ολες τις μεταγενέστερες του κλικ αναστολές που είχαν αμφότεροι για την αναγκαιότητα αυτής της συνάντησης. Τα πράγματα εξελίχτηκαν ευχάριστα, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, που και οι δυο λησμόνησαν τις δικαιολογίες που είχαν ως ρεζέρβα επινοήσει να ισχυριστούν για να αποχωρίσουν στην περίπτωση που όλα πήγαιναν λάθος. Έμειναν αρκετά μαζί. Μιλούσαν ακατάπαυστα περί ανέμων και υδάτων και προσπάθησαν εξίσου να γοητευσουν και να γοητευτούν ο ένας τον άλλο, αλλά με τον πιο ανώδυνο τρόπο μια που απέφυγαν επιμελώς να μιλήσουν για ζητήματα πιο προσωπικά. Αυτός συγγραφέας κι αυτή ψυχολόγος ελιχθεισαν με σχετική επιδεξιότητα έτσι ώστε αυτά να παραμείνουν στην αθέατη πλευρά κι αντάλλαξαν γενναιόδωρα μόνο ανώδυνες και γραφικές πληροφορίες βιογραφικού τύπου. Χώρισαν έξι ώρες μετά. Δεν πέρασαν τη νύχτα μαζί. Αν και οι δυο επιθυμούσαν διακαώς το αντίθετο κανείς δεν τόλμησε να το προτείνει. Χειραγώγησαν τα αισθήματα τους θαρρώντας ότι έτσι διαφυλάσσουν την αξιοπρέπεια τους στην περίπτωση που ο άλλος δεν είχε την ίδια διάθεση. Με ύφος ψιλοαδιαφορο υποσχεθήκαν αλλήλοις να ξαναβρεθούν, χωρίς να ορίσουν όμως ώρα και μέρα, με την κλασική τυποποιημένη έκφραση ‘’Χάρηκα που συναντηθήκαμε…Πέρασα καλά, θα τα ξαναπούμε…’’
Τις επόμενες μέρες, ο καθένας μόνος του, πες από άμυνα, πες από ανάγκη ανέλυσαν και διαμέλισαν την βραδιά αυτή της πρώτης τους συνάντησης, έβγαλαν τα συμπεράσματα τους και κατέληξαν στην ίδια απόφαση. Στην επόμενη συνάντηση θα ήταν διατεθειμένοι να αφεθούν στο παιχνίδι του έρωτα αν κι ήταν νωρίς για να ξέρουν αν είναι η όχι ερωτευμένοι. Αυτή η σκέψη έγινε κι από τους δυο αλλά για διαφορετικό λόγο απ΄τον καθένα. Η ψυχολόγος, από επαγγελματικό κεκτημένο, κράτησε τα συμπεράσματα για τον εαυτό της. Ο Ναρκισσισμός της δεν τις επέτρεπε να τα κοινοποιήσει γιατί αποτελούσαν υλικό ελέγχου, αυτοπροστασίας και χειραγώγησης. Αντίθετα ο Ναρκισσισμός του συγγραφέα δεν του επέτρεπε να τα κρατήσει για τον εαυτό του. Γι΄αυτόν ήταν πολύτιμο υλικό να γράψει μια ιστορία, κι αυτό άλλωστε έκανε. Έχοντας την βεβαιότητα ότι κανείς από τους αναγνώστες του δεν θα σκαφτόταν ότι όλα αυτά έχουν ένα αντίκρισμα πραγματικότητας, μια και ότι γράφει η διηγείται ένας συγγραφέας είναι σίγουρα φανταστικό η έστω, μια πραγματικότητα σε υπερβολικό βαθμό αλλοιωμένη, έδρασε με την σιγουριά αυτής της εικασίας.
Το επόμενο κλικ τους έφερε πάλι κοντά. Αυτή τη φορά χωρίς υπεκφυγές αφέθηκαν στο σαρκικό παιχνίδι. Σ΄αυτή την μακαριότητα όπου ζουν δυο ικανοποιημένοι εραστές μετά τον έρωτα, όπου οι εξομολογήσεις του ενός προς τον άλλο γίνονται όλο και πιο επικίνδυνα προσωπικές, ο Ναρκισσισμός του συγγραφέα και η ματαιοδοξία του για αναγνωστικό κοινό υπερίσχυσαν της φρόνησης και της διακριτικότητας. Διάβασε στην ερωμένη του το κείμενο του διαπράττοντας έτσι ένα μοιραίο σφάλμα.
Μετά απ΄αυτό δεν υπήρξε τέταρτο κλικ. Η ψυχολόγος δεν ενοχλήθηκε τόσο από το περιεχόμενο της ιστορίας, αν και ήταν ο μοναδικός αναγνώστης που μπορούσε να ξέρει πόσο πραγματικό ήταν αυτό. Ενοχλήθηκε που ο συγγραφέας φανέρωσε τις μυστικές σκέψεις της. Όσο κι αν δεν συμφωνείτε, το εισέπραξε σα μια εισβολή, σαν παραβίαση του εσωτερικού της κόσμου.
Τα υπόλοιπα τα ρύθμισε ο χρόνος κι η λήθη.
Νίκος Γιαννόπουλος
1/3/2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου